Tο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος παρουσιάζει την παράσταση «Πήτερ Παν» βασισμένη στο έργο του Τζέιμς Μάθιου Μπάρι, σε κείμενο και σκηνοθεσία Γιάννη Καλατζόπουλου. Το έργο θα παρουσιαστεί από την Παιδική Σκηνή του Κ.Θ.Β.Ε., στο Βασιλικό Θέατρο, από την Κυριακή 4 Μαρτίου 2012.
ΥΠΟΘΕΣΗ: -Πώς έμαθε να πετάει ο Πήτερ Παν; - Τι συμβαίνει στη Χώρα του «Ποτέ»; -Έχουν και οι νεράιδες προβλήματα; - Γιατί ο Κάπτεν Χουκ έγινε πειρατής; -Τι θα πει αλήθεια και τι ψέμα;
Ο Πήτερ Παν, το αγόρι που δεν ήθελε να μεγαλώσει, μας ταξιδεύει στη Χώρα του «Ποτέ», εκεί όπου ζουν πειρατές, νεράιδες, γοργόνες και Ινδιάνοι, δίνοντας την αιώνια μάχη με το αδυσώπητο τικ-τακ του αδηφάγου κροκόδειλου! Μια συναρπαστική περιπέτεια που μαγεύει τα όνειρα των παιδιών όλου του κόσμου και ανοίγει δρόμους στη φαντασία τους. Μια φαντασμαγορική παράσταση για παιδιά και -για σένα που αρνείσαι να μεγαλώσεις!
«ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΕΝΤΟΣ» Όταν το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος μού πρότεινε να διασκευάσω τον θρυλικό «Πήτερ Παν», ενθουσιάστηκα. Ξαναδιάβασα το πρωτότυπο του Τζέιμς Μπάρι, ξαναείδα τις σχετικές ταινίες (με κινούμενα σχέδια και με ζωντανούς ηθοποιούς), ξεφύλλισα κόμικς, ανακάλεσα στη μνήμη μου ό,τι είχα δει, είχα ακούσει, ή είχα σκεφτεί γι’ αυτόν τον απίθανο μπόμπιρα που δεν ήθελε να μεγαλώσει, μίλησα με παιδαγωγούς και ψυχολόγους και κάποια στιγμή ένιωσα έτοιμος ν’ αρχίσω.
Έγραφα, έσβηνα, έγραφα, έσβηνα… Τίποτα! Ο Πήτερ, η Τίνκερμπελ, ο Κάπτεν Χουκ, η Γουέντι (που στη δική μου διασκευή μετονομάστηκε σε Άντζι) και τ’ αδέλφια της, εμφανίζονταν για δευτερόλεπτα στην οθόνη του λάπτοπ, μού έβγαζαν κοροϊδευτικά τη γλώσσα και εξαφανίζονταν πριν προλάβω να τους «πιάσω» και να τους κάνω ρόλους.
Αναστατώθηκα. Έχασα τον ύπνο μου για πολλές νύχτες. Έπεφτα στο κρεβάτι και το μυαλό μου φτερούγιζε προσπαθώντας να πετάξει προς τη Χώρα του «Ποτέ». Μερικές φορές, τα βλέφαρά μου βάραιναν, αλλά μόλις τα έκλεινα κι ετοιμαζόμουν να παραδοθώ στη νύστα μου, ένα απαίσιο «τικ-τακ» τρύπωνε στο μυαλό μου και πεταγόμουν έντρομος φωνάζοντας: - Ο κροκόδειλος!
Δεν ήταν βέβαια κανένας κροκόδειλος, το ρολόι που έχω στο κομοδίνο μου ήταν, αλλά πού να με πιάσει ύπνος ύστερα… Κι έτσι μια μέρα το αποφάσισα: Θα φύγω! Θα πάω εγώ ο ίδιος στη Χώρα του «Ποτέ» να συναντήσω τα Χαμένα Παιδιά και τους Πειρατές. Δεν το πολυσκέφτηκα. Άφησα μισοτελειωμένο τον καφέ μου κι έτρεξα να πλυθώ, να χτενιστώ, κι ύστερα θα έριχνα σ’ ένα σακ-βουαγιάζ τα απολύτως απαραίτητα για το ταξίδι και… ωχ! Ποιος είν’ αυτός; Μέσ’ απ’ τον καθρέφτη της τουαλέτας με κοίταζε πονηρά ένας τύπος που δεν ήμουν εγώ. Ήταν ο… δεν είναι δυνατόν… Μα ναι, ήταν ο Πήτερ Παν και μου χαμογε… ωχ! Ποιος Πήτερ Παν; Ο Κάπτεν Χουκ ήταν. Μου χαμογελούσε με μια συμπαθητική αγριάδα και μου έκανε νόημα με τον γάντζο του να πλησι… ωχ! Πάλι ο Πήτερ… Πού πήγε ο Χουκ;
Έτσι άρχισε το ταξίδι μου, όχι στη Χώρα του «Ποτέ» αλλά σε μια ακόμα πιο άγνωστη και μαγική χώρα: Τη Χώρα του Εντός. Κι έτσι φτιάχτηκε αυτή παράσταση.
Καλό ταξίδι και σε σας μικροί – και μεγάλοι που αρνείστε να μεγαλώσετε.