Ευτυχισμένες Μέρες του Σ. Μπέκετ
σκην. Σύλβια Λιούλιου παραγωγή Bios
*πρεμιέρα Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου*
Δεν θέλω μήτε να καθοδηγήσω μήτε να βελτιώσω μήτε να απομακρύνω τους ανθρώπους από την ανία. Θέλω να φέρω την ποίηση στη δραματουργία, μια ποίηση που πέρασε μέσα από το κενό και κάνει μια καινούργια αρχή σε έναν καινούργιο χώρο. | Σ. Μπέκετ
Το κείμενο του Μπέκετ γραμμένο στα 1960 παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Cherry Lane Theater της Νέας Υόρκης στις 17 Σεπτεμβρίου 1961 και επιστρέφει έκτοτε διαρκώς σε σκηνικά ανεβάσματα σε όλο τον κόσμο. Σχεδόν ως ένα «θεατρικό άλυτο».
Η Γουίνυ ενταφιασμένη ως επάνω από τη μέση της, στο κέντρο ενός τύμβου είναι το πρώτο θηλυκό θεατρικό προσωπείο του συγγραφέα που εξαντλεί όλες τις συγγραφικές δυνατότητες στην αναζήτηση μιας γλώσσας του Υποκειμένου. Μια φωνή μονολογεί. Αυτή είναι η ελάχιστη μονάδα μέτρησης της ύπαρξης στα κείμενα του Μπέκετ. Η Γουίνυ μονολογεί και διαρκώς αναζητά μια επιβεβαίωση από τον Γουίλυ πως είναι εκεί και την ακούει. Άρα θα υπάρχει. Άρα θα υπάρχουν. Η Γουίνυ και ο Γουίλυ είναι το ποιητικό δίπολο των «Ευτυχισμένων Ημερών» που συνθέτει την ενότητά του μέσα σ' έναν χώρο επινοημένο από τον συγγραφέα στην προσπάθειά του να αποτυπώσει το πιο τρομερό πράγμα που θα μπορούσε να σου συμβεί. Όμως η Γουίνυ επινοεί διαρκώς τρόπους για να βγάλει τη μέρα της. Κι όταν νιώθει πως η γη τη ρουφά προς τα κάτω εκείνη τραγουδά.
«Και τώρα;» «Οι λέξεις σ' εγκαταλείπουν, είναι φορές που κι αυτές ακόμη σ' εγκαταλείπουν.» «Και τώρα; Και τώρα Γουίλυ;» Η Γουίνυ, ελαφριά, αέρινη, πλάσμα εφήμερο του αιθέρα τραγουδά το τραγούδι της χωμένη στη γη ως τη μέση της. Την πρώτη μέρα. Ως το λαιμό τη δεύτερη. Από θέμα σε θέμα με το φόβο του κενού που διαρκώς καραδοκεί. Παύση. Μακρά Παύση. Μέγιστη Παύση. Κάτω από έναν καταραμένο ήλιο ανάγει τη ζωή σε γλώσσα και γέλιο. «Να γελάς τρελά... τάτα και τάτα να γελάς τρελλά μέσα στην πιο σκληρή οδύνη». Ποιος ακούει το γλυκό κελαηδισμό του πουλιού; Ο Γουίλυ. «Ποιος Γουίλυ;» Ο δικός της ο Γουίλυ! Οι «Ευτυχισμένες Μέρες», ένα θεατρικό έργο ποιητικής συμμετρίας και ανάπτυξη φούγκας που δεν τελεσφορεί παρά μόνο ως όνειρο φυγής. Ένας ρόλος σπάνιος για να αχνοφέγγει το πρόσωπο της ηθοποιού πίσω από το προσωπείο της Γουίνυ. Η Όλια και η Γουίνυ Μπεκετική διπλοτυπία.
Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης Σκηνοθεσία: Σύλβια Λιούλιου
Δραματουργία: Νίκος Φλέσσας – Σύλβια Λιούλιου
Σκηνικά - Κοστούμια: Άγγελος Μέντης
Επιμέλεια Κίνησης: Αγγελική Στελλάτου
Ηχητική Σύνθεση: Γιώργος Πούλιος
Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης
Φωτογραφίες: Σπύρος Στάβερης
Παίζουν: Όλια Λαζαρίδου, Άγγελος Σκασίλας
Πληροφορίες παράστασης
Bios main
Διάρκεια παραστάσεων: Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου έως Κυριακή των Βαΐων. Παραστάσεις: Παρασκευή, Σάββατο & Κυριακή
Ώρα έναρξης: 21.00
Τιμή εισιτηρίου: 12 & 10 ευρώ (φοιτητικό)
Έγραψαν για την παράσταση:
«Η Όλια έφτιαξε με τις λέξεις μια ξερολιθιά. Άκούγοντάς την στην παράσταση θυμήθηκα τον στίχο του Αναγνωστάκη: σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις. Η Όλια τις παίρνει και τις ακουμπάει τη μια πάνω στην άλλη. Οι λέξεις κάθονται στην παλάμη σου, καθεμιά με το βάρος της. [...] Η έννοια του βάθους μεταφέρθηκε στο χαρτί. Είχα την αίσθηση πως η Σύλβια ήθελε να ξεκολλήσει τις λέξεις όπως τις αυτοκόλλητες ετικέτες στο σχολείο. Το έκανε. Δεν το ξέρω, αλλά μοιάζει σαν να βρέθηκε μπροστά στο δικό της λευκό. Και να έγραψε πάνω του.» | Χρήστος Αγγελάκος, doctv.gr
«Μια λιτή, ουσιαστική, καίρια, ευθύβολη, τίμια στο λόγο του ποιητή διδασκαλία της Σύλβιας Λιούλιου και μια ακόμη λιτότερη, ωμή, «ψυχρή», θριαμβικά «αθώα» ερμηνεία της Όλιας Λαζαρίδου.» | Κώστας Γεωργουσόπουλος, ΤΑ ΝΕΑ
«Η τεχνική αρτιότητα, ή μάλλον η εντελώς εντυπωσιακή τεχνική δύναμη της Όλιας Λαζαρίδου αναφέρεται σε θέατρο άλλων εποχών.» | Αγγελίνα Βακάλη, exostispress.gr
«Έχει οδηγήσει η Λιούλιου την πρωταγωνίστρια της Όλια Λαζαρίδου, ταλαντούχο και ποιητική ηθοποιό, σε υψηλά επίπεδα ερμηνείας, σε μία εκ νέου δημιουργία των λέξεων που εκφέρονται και αποκτούν υπόσταση ως νέα αντικείμενα, τα εσωτερικά της στην ουσία ψυχικά αντικείμενα, τα οποία παραθέτει εμπρός της, δίπλα στην Ύλη, για να μπορέσει να κρατηθεί. Η ερμηνεία της καλής ηθοποιού απογειώνεται δε προς το τέλος, όταν αναφερόμενη στο ζευγάρι των περαστικών που την παρατηρεί, μας καθιστά αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες της σχάσης του υποκειμένου, τόσο χαρακτηριστική στην μπεκετική δραματουργία, όπου περισσότερα πρόσωπα, πτυχές του εαυτού και του κόσμου, συνομιλούν μέσα από την ασώματο κεφαλή. Επίτευγμα μέγιστο για την Τέχνη του ηθοποιού. Μία παράσταση που αξίζει να ζήσετε.» | Ηλίας Βλάχος, criticspoint.gr
«Η Σύλβια Λιούλιου φαντάστηκε και έπλασε ποιητικά την εικόνα της αερικής Όλιας Λαζαρίδου ως Γουίνυ. [...] Φορώντας ένα κωμικό προσωπείο που φέρνει σε αμηχανία το κοινό με την αφαιρετικότητα και την πολυσημία του η Όλια Λαζαρίδου γίνεται η φωνή που εκφράζει την τραγική αγωνία της συμφιλίωσης με τη μοναξιά της καθημερινότητας.» | Μαρία Δουκάκη, artic.gr
«Ένας άθλος στα μέτρα της σπουδαίας Όλιας Λαζαρίδου είναι ο ρόλος της Γουίνυ στις Eυτυχισμένες Mέρες. [...] Η Όλια Λαζαρίδου σήκωσε το βάρος του ρόλου της, με υποκριτικό αντίκρυσμα. Κοντά της αθέατος, «ένας πρώην άνθρωπος, υπόλειμμα της ύπαρξής του», ο Γουίλυ - Άγγελος Σκασίλας. Η παράσταση είναι εξαιρετική. Οι θεατές μαζί με την ηρωίδα αναρωτιούνται αν υπάρχουν ευτυχισμένες μέρες.» | Χαρά Κιούση, newsbeast.gr
«Γραπωμένοι στο σώμα του λόγου. Σε κάθε του κύτταρο. Σε κάθε του πνοή. Ικανή να ζωοδοτήσει τις Μπεκετικές δαντέλες. Δουλεμένος προσεχτικά. Φράση-φράση, λέξη-λέξη, ανάσα-ανάσα, με ημιτόνια και αναλογίες [...], με βλέμματα που μεταφράζουν το αόρατο, βελονιά-βελονιά σα να κεντάει στην ψυχή μας, το ανείπωτο. [...] Μια παράσταση που φέρνει στο νου έναν μεγάλο δάσκαλο. Μια παράσταση που επιτρέπει στο θέατρο να απευθύνεται σε θεατές, οι οποίοι διατηρούν ζωντανή την επιθυμία, να έρχονται αντιμέτωποι με κάτι το οποίο αφήνει – μυστικά – ίχνη σε εκείνο το μέρος του εαυτού τους που ζει σε εξορία.» | Παναγιώτης Καλυβίτης, fragilemag.gr |